Πηγή: Διεθνής Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO)
Επιμέλεια - απόδοση: Γιάννακας Ιωάννης |Εκδόσεις eWood.
Έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), για τις παγκόσμιες προοπτικές του δασικού τομέα μέχρι το 2050.
Ρώμη 04/10/2022
Η συνολική κατανάλωση πρωτογενών και επεξεργασμένων προϊόντων ξύλου αναμένεται να αυξηθεί κατά 37% έως το 2050, σε ένα σενάριο «business as usual – ή αν όλα εξελιχθούν ομαλά», σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε ο Διεθνής Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).
Το ξύλο ως υλικό, είναι ανανεώσιμο, ανακυκλώσιμο, ευπροσάρμοστο και φιλικό προς το κλίμα και χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για την αντικατάσταση μη ανανεώσιμων υλικών.
Η κατανάλωση πρωτογενών και επεξεργασμένων προϊόντων ξύλου όπως, πριστή ξυλεία, καπλαμάδες, κόντρα πλακέ, μοριοσανίδες/ινοσανίδες και ξυλοπολτός, προβλέπεται μέχρι το 2050, να ανέλθει σε 3,1 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ισοδύναμου στρογγυλής ξυλείας (ένα μέτρο των κορμών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή προϊόντων με βάση το ξύλο), σύμφωνα με την έκθεση: The global forest sector outlook 2050 (Οι προοπτικές του παγκόσμιου δασικού τομέα μέχρι το 2050), Αξιολόγηση της μελλοντικής ζήτησης και των πηγών ξυλείας για μια βιώσιμη οικονομία. (Η έκθεση είναι στα Αγγλικά). Πατήστε επίσης εδώ για να κατεβάσετε την έκθεση.
Η αύξηση της κατανάλωσης θα είναι τουλάχιστον 8% υψηλότερη σε ένα σενάριο βιοοικονομίας, όταν λάβουμε υπόψη δύο σύγχρονα προϊόντα ξύλου, τη ξυλεία CLT (Cross Laminated Timber) και τις τεχνητές ίνες κυτταρίνης, που αντικαθιστούν μη ανανεώσιμα υλικά. Σε ένα σενάριο ταχύτερης μετάβασης στη βιοοικονομία με μεγαλύτερη συμμετοχή αυτών των δύο προϊόντων, η αύξηση της κατανάλωσης πρωτογενών προϊόντων ξύλου θα μπορούσε να φθάσει το 23% περισσότερο από ό,τι στο σενάριο της συνήθους λειτουργίας.
Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και προϊόντα φιλικά προς το κλίμα
Το ξύλο είναι ανανεώσιμο, ανακυκλώσιμο, φιλικό προς το κλίμα και ευπροσάρμοστο και χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για την αντικατάσταση μη ανανεώσιμων υλικών. Αποτελεί κρίσιμο υλικό για τις προσπάθειες αντιμετώπισης των παγκόσμιων απειλών για το κλίμα, τη βιοποικιλότητα και το περιβάλλον, απειλών που σήμερα προκαλούνται από την υπερβολική χρήση μη ανανεώσιμων υλικών, αναφέρεται στην έκθεση.
Η ξυλεία CLT και τα τεχνικά προϊόντα ξύλου στις κατασκευές, οι τεχνητές ίνες κυτταρίνης για την παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και οι πιο σύγχρονες μορφές ξύλου για την ενέργεια, είναι τα πιο σημαντικά προϊόντα ξύλου, για την υποκατάσταση μη ανανεώσιμων υλικών σε μεγάλη κλίμακα.
«Ο δασικός τομέας είναι ζωτικής σημασίας για ανθεκτικές και βιώσιμες οικονομίες. Η διασφάλιση της βιωσιμότητας του δασικού τομέα θα απαιτήσει καινοτομία και επενδύσεις, αλλά και συνοχή της πολιτικής», δήλωσε ο Ewald Rametsteiner, Αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Δασών του FAO.
Η έκθεση, η οποία εκπονήθηκε από κοινού από τον FAO, τον Διεθνή Οργανισμό Τροπικής Ξυλείας (ITTO) και τη συμβουλευτική εταιρεία Unique land use GmbH, παρουσιάστηκε κατά την 26η σύνοδο της Επιτροπής Δασών και είναι σχετική με τους στόχους 12 και 15 της βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών. Συνδυάζει τα αποτελέσματα μιας μακροπρόθεσμης προοπτικής για τον δασικό τομέα έως το 2050, με μια αξιολόγηση της ζήτησης ξύλου σε ένα βιώσιμο οικονομικό περιβάλλον.
Η αυξανόμενη ζήτηση και ο αντίκτυπός της στον δασικό τομέα
Η αύξηση της κατανάλωσης προϊόντων ξύλου, σε σύγκριση με την προβλεπόμενη αύξηση του πληθυσμού κατά 25%, «θα οφείλεται στα υψηλότερα εισοδήματα στις αναδυόμενες περιοχές του κόσμου, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν φαινόμενα αναπλήρωσης για καταναλωτικά αγαθά, όπως π.χ. χαρτί, συσκευασία, ένδυση και έπιπλα και σε περισσότερες δραστηριότητες του κατασκευαστικού τομέα», αναφέρει η έκθεση.
Η κάλυψη της μελλοντικής ζήτησης για βιώσιμο ξύλο, μπορεί να επιτευχθεί με ένα συνδυασμό αυξημένης βιώσιμης παραγωγής, σε φυσικά αναγεννημένα δάση των εύκρατων και βορειοδυτικών χωρών και σε όλο και περισσότερο φυτεμένα δάση στον παγκόσμιο Νότο. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις για τη συγκεκριμένη συμβολή των δασικών τύπων και των περιοχών στην παγκόσμια προσφορά ξυλείας μέχρι το 2050 είναι εξαιρετικά αβέβαιες, αναφέρει η έκθεση.
Η ζήτηση αυτή θα πρέπει να καλυφθεί με την αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της βιώσιμης διαχείρισης των δασών στα υφιστάμενα δάση και με την ενθάρρυνση της παραγωγής ξύλου στο πλαίσιο προγραμμάτων και έργων αποκατάστασης της γης. Εάν η παραγωγή ξύλου από φυσικά αναγεννημένα δάση παραμείνει σταθερή, θα χρειαστεί η επιπλέον φύτευση τουλάχιστον 33 εκατομμυρίων εκταρίων νέων δασών, αναφέρει η έκθεση.
Επενδύσεις
Οι επενδύσεις που απαιτούνται για τη διατήρηση και την επέκταση της βιομηχανικής παραγωγής στρογγυλής ξυλείας, μπορεί να απαιτήσουν συνολικά περίπου 40 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2050, σύμφωνα με τις προοπτικές του παγκόσμιου δασικού τομέα για το 2050. Μπορεί επίσης να απαιτηθούν και επιπλέον επενδύσεις ύψους 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, για τον εκσυγχρονισμό και την ίδρυση βιομηχανιών.
Η συνολική απασχόληση στον δασικό τομέα το 2019 εκτιμήθηκε σε 33,3 εκατομμύρια επίσημους και ανεπίσημους εργαζόμενους. Η μέση εκτίμηση της έκθεσης, υποδηλώνει ότι η απασχόληση το 2050 θα κυμαίνεται στο εύρος των στοιχείων του 2019. Στο μέλλον, η απασχόληση στον δασικό τομέα, ενδέχεται ακόμη και να μειωθεί. Οι εργασιακές απαιτήσεις των μελλοντικών βιομηχανιών ξύλου, θα είναι πιο εξελιγμένες και η εξασφάλιση επαρκούς αριθμού καλά εκπαιδευμένου προσωπικού, θα απαιτήσει σταθερή εκπαίδευση και κατάρτιση.
Έως και ένα (1) εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας, πολλές από αυτές στις αναπτυσσόμενες χώρες, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν με την ανάπτυξη της αγοράς του ξύλου, ως υποκατάστατο άλλων μη ανανεώσιμων υλικών.
Ξύλο για ενέργεια
Η μελλοντική ενεργειακή κατανάλωση ξύλου έως το 2050 θα διαμορφωθεί από δύο σημαντικές τάσεις: την παραδοσιακή χρήση καυσόξυλων στις δύο ταχύτερα αναπτυσσόμενες περιοχές του κόσμου, την υποσαχάρια Αφρική και τη νότια Ασία και τον προβλεπόμενο ρόλο της σύγχρονης βιομάζας για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας.
Η παγκόσμια κατανάλωση καυσόξυλων από τα δάση το 2050 μπορεί να ανέλθει μεταξύ 2,1 και 2,7 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων, αναφέρει η έκθεση στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της, σε σύγκριση με 1,9 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα το 2020, μια αύξηση που κυμαίνεται μεταξύ του 11% έως 42%.
Το ξύλο θα αποτελεί επίσης όλο και περισσότερο μέρος του μείγματος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον βιομηχανικό κόσμο. Σε ορισμένες περιοχές και περιβάλλοντα μπορεί να χρειαστούν προσπάθειες αποκατάστασης των καυσόξυλων για να καλυφθεί αυτή η ζήτηση.
Το 2020, εξακολουθούν να υπάρχουν 2,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι που βασίζονται στα καύσιμα από ξύλο, ως την κύρια πηγή ενέργειας για το μαγείρεμα και τη θέρμανση. Το καύσιμο ξύλο θα παραμείνει η κύρια πηγή ενέργειας για πολλά νοικοκυριά στις αναδυόμενες οικονομίες μέχρι το 2050, αλλά πολλά σενάρια δείχνουν ότι οι ρυθμοί αύξησης της κατανάλωσης θα επιβραδυνθούν.
«Η διασφάλιση της πρόσβασης σε βιώσιμα καύσιμα ξύλου, για τους ιδιώτες καταναλωτές που βασίζονται σε αυτή την πηγή ενέργειας για οικονομικούς λόγους, αποτελεί δημόσια ευθύνη συγκρίσιμη με την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας ή νερού», δήλωσε η Thais Linhares-Juvenal, επικεφαλής της ομάδας για τη βιώσιμη δασοκομία, τις αλυσίδες αξίας, την καινοτομία και τις επενδύσεις στη Διεύθυνση Δασών του FAO.